Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2008

«Τα καημένα χωριά. Μνήμες της καταστροφής των δυτικών χωριών Ιεράπετρας το 1943»

Εκδόθηκε το βιβλίο «Τα καημένα χωριά. Μνήμες της καταστροφής των δυτικών χωριών Ιεράπετρας το 1943».

Η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Λασιθίου βρίσκεται στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσει την έκδοση του δίγλωσσου βιβλίου «Τα Καημένα Χωριά. Μνήμες της καταστροφής των δυτικών χωριών της Ιεράπετρας το 1943» του Στέφανου Γεροντή.



Το βιβλίο διατίθεται δωρεάν στην ιστοσελίδα του σχεδίου www.holocaust-lasithi.eu (ενότητα «ΒΙΒΛΙΟ»), όπου ο επισκέπτης συμπληρώνει σχετική αίτηση και του αποστέλλεται σε ηλεκτρονική μορφή.



«…Διεπιστώθη μετ' ασφαλείας ότι οι κάτοικοι της εν λόγω περιοχής όχι μόνον εγνώριζον την ύπαρξιν των συμμοριών, αλλά και παρείχον εις αυτάς τρόφιμα, καταφύγιον και εν γένει πάσαν υποστήριξιν. Εναντίον του τμήματος τούτου της νήσου ελήφθησαν αυστηρότατα μέτρα και αριθμός τις κοινοτήτων έπαυσε να υπάρχη…»

Το παραπάνω απόσπασμα της ανακοίνωσης του διοικητή του φρουρίου Κρήτης Bruno Braüer στις 13 Σεπτεμβρίου 1943, δίνει το περίγραμμα της φρίκης που εξαπέλυσε η ναζιστική μηχανή στα χωριά της Βιάννου και της δυτικής Ιεράπετρας με 400 εκτελεσθέντες (από 14 έως 16 Σεπτεμβρίου). Η «παύση ύπαρξης» στιγμάτισε γενιές επιζήσαντων και απογόνων: εκτελέσεις, εκκένωση και κάψιμο χωριών, εξόριστοι στο ίδιο τους τον τόπο.

Το βιβλίο περιλαμβάνει είκοσι αφηγήσεις επιζήσαντων της καταστροφής από τα δυτικά χωριά της Ιεράπετρας, τα «καημένα» όπως τα λένε: η κατοχή, η αντίσταση, ο αιφνιδιασμός τους και οι εκτελέσεις, η εξορία, η μάχη της επιβίωσης, οι ιταλικές και γερμανικές δυνάμεις κατοχής και η ζωή μετά αποτελούν μερικές απ’ τις θεματικές των αφηγητών. Μπορεί κανείς να αναζητήσει πώς εκλαμβάνουν την καταστροφή απ’ την οποία επέζησαν, πώς εκλογικεύουν την παράνοιά της, πού επιρρίπτουν ευθύνες γι’ αυτήν και γιατί, πού διαφοροποιείται η ατομική απ’ τη συλλογική μνήμη καθώς και την επίσημη (ή ακόμη και θεσμοθετημένη) ιστορία, πώς αντιμετωπίζουν τους απογόνους των εκτελεστών τους, κ.ά.



κα Χρυσάνθη Κασοκεράκη Αλεξομανωλάκη (σ. 196-7)

«…Ο πατέρας μου ήτανε τελευταίος. 39 χρονών, σκέψου ήντα παλικάρι ήτανε. Παραπέρα, στην ρεματιά μέσα, ήτανε μια κοπέλα από πάνω από το σπίτι και μου το λέει ακόμα ότι «Ήμουνα ανάδυα και δεν μπορώ να σου περιγράψω Χρυσάνθη τι έγινε. Ο πατέρας σου ήτανε τελευταίος. Σκοτώσανε εκεί έξι άτομα εδώ από κάτω σειρά σειρά». Εμείς τώρα μες στα σπίτια! Επέρναγε ένας Γερμανός και μου έλεγε «Πού κύριος; Πού κύριος;». Λέω «Αλβάνια καπούτ» τους ήλεγα εγώ. Είχα τα παιδιά μέσα στο σπίτι και κοιμότανε. Ήτανε πρωί βέβαια και έκανε αυτός έτσι το ταχυβόλο: «Πού κύριος;». «Αλβάνια...» λέω «...καπούτ». Και μετά, μου λέει αυτή η κοπέλα που ήτανε από πάνω και ήβλεπε, ότι ο πατέρας μου τους είπε ότι «Παιδιά, εγώ δεν ήκαμα τίποτα, γιατί να με σκοτώσετε;». Στέκανε τώρα αυτοί. Και επειδή τους είπε «Γιατί θα με σκοτώσετε;» του παίξανε έτσι μια και του πήρανε τα δάκτυλα όλα. Όλα, κρεμούσανε έτσι. Αφού τον χτυπήσανε βγάνουν μια ξιφολόγχη και τον σχίσανε από ‘δω και πάει κάτω: από τον λαιμό. Δεν ξέρω, δεν είχανε, δεν ξέρω. Αυτό τον θάνατον τον σκληρό δεν μπορώ να τον εχωνέψω. Αν ήτανε σφαίρα να κοιτάζεις αλλού, δεν την εβλέπεις. Να σου βάλουνε την ξιφολόγχη… Τα εντόσθια εφαινότανε, τα εντόσθια… Απού ήτανε τέτοιος καλός άνθρωπος και δούλος, να ‘βλεπες... Αυτά τα φρικιαστικά δεν μπορώ να τα πω, δεν μπορώ να τα πω. 39 χρονών παλικάρι με πέντε παιδιά.

Πάει δα η μάνα μου …και λέει να τον πάω στο σπίτι να πλύνω τα αίματα. Της λέω «Βρε μάνα, δεν μπορείς να τον πας». Μου λέει «Θα τον πάω να πλύνω τα αίματα». Που να κοιτάζει τώρα αυτή ότι ήρθανε να κάβουνε. Εγώ έφυγα γιατί είχα τα παιδιά μέσα και έφυγα για το σπίτι. Και η μαμά μου τώρα, δεν ξέρω ποια γυναίκα βρήκε, τον παίρνει και τον βάζει στο σπίτι μέσα να τον πλύνει λέει. Εν τω μεταξύ, φτάνει το τάγμα θανάτου που ‘θελε να καίνε τα σπίτια και τσι λέει «Παρτί χάουζ», να φύγετε λέει από ‘δω, «Παρτί χάουζ». Θυμάμαι που και που λέξη. Τέλος πάντων, λέει ο αδερφός μου «Μαμά θα μας εσκοτώσουνε όλους. Πάμε μαμά, πάμε! πάμε!» φώναζε το παιδί. Ήτανε εφτά χρονών και οχτώ η αδερφή μου. Εφωνάζανε. Και το άλλο ήτανε ενάμισι χρονών. Και φεύγει η μάνα μου. Μόλις ήφυγε, ρίξανε μία σκόνη και κάψανε το σπίτι και κάψανε τον πατέρα μου εκιά μέσα. Τον εκάψανε μέσα…»



Πληροφορίες:
Ν.Α. Λασιθίου,
Δ/νση Σχεδιασμού και Προγραμματισμού,
Στέφανος Γεροντής,
Τηλ. 28413-40421

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Συνταγές